Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

Μια Δεύτερη Ζωή





Μια ζωή, σαράντα έξη χρόνια. Που θυμάσαι τον εαυτό σου να συρρικνώνεται για να χωρέσει «στο περιθώριο» των άλλων, στα ψιλά γράμματα της ατζέντας τους, στις σκονισμένες γωνίες των ραφιών τους. Μια ολόκληρη ζωή που θυμάσαι τον εαυτό σου να υπηρετεί τρία ρήματα : «Υποχωρώ», «Αναβάλλω», « Θυσιάζω».

«Υποχώρησες» …
Μπροστά στην ανάγκη των γονιών σου να δουν επάνω σου τον εαυτό τους και να κάνεις αυτά που δεν έκαναν, να γίνεις ακόμα κι αυτά που εκείνοι δεν ήταν. Υποχώρησες στην αξίωση του άντρα σου να μη δουλεύεις έξω απ’ το σπίτι για να φροντίζεις εκείνον, το νοικοκυριό και τα παιδιά. Υποχώρησες κάτω απ’ το βάρος της κούρασης και των ευθυνών σου κι αποσύρθηκες από κάθε άλλη φιλοδοξία. Για να τα κάνεις όλα αυτά «καλά»!

«Ανέβαλλες» …
Να ζητήσεις τα όσα σιωπηρά πάντοτε λαχτάραγες, αφού έπρεπε πρώτα να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις «των εκλεκτών». Κι από αναβολή σε αναβολή, γρήγορα έμαθες πως ποτέ δεν θα παίρνεις αυτά που σου αναλογούν και πώς τίποτα δεν θα είναι δικό σου προτού να το ξεκοκκαλίσουν όλοι οι άλλοι, πριν στο πετάξουν σαν κουρελιασμένο αποφόρι. Κι έτσι, ποτέ δεν σου έμενε τίποτα δικό σου, ολόδικό σου ολόκληρο.

«Θυσίασες»….  
Τα νιάτα, το σφρίγος, το ανέμελο γέλιο σου, τη χαρά του να γίνεις κι εσύ κάτι. Τα «κουτσούρεψες» άχαρα μήπως και τα φέρεις στα στενά μέτρα του ρόλου σου σαν μάνα και σύζυγος. Ακόμη κι αυτό το κουτσούρεμα, το ‘κανες φιλότιμα και πιστά. Με ζήλο τόσο, που «οι εκλεκτοί σου» το είδαν δεδομένο. Μια ζωή ήταν σίγουροι πως από σένα, που ήσουν το αόρατο αγκωνάρι του σπιτιού, όλες αυτές οι υποχωρήσεις, οι θυσίες κι οι αναβολές έβγαιναν « εύκολα», «φυσικά» κι «αυτονόητα».  
Έτσι λοιπόν, φυσικά κι αυτονόητα, ο άντρας που πήρες σε θυσίασε στο βωμό της καριέρας του. Έτσι φυσικά κι αυτονόητα, τα παιδιά που γέννησες ρουφήξαν άπληστα τα πιο δημιουργικά σου χρόνια, ώσπου μια μέρα ανοίξαν τα φτερά τους και σου αφήσανε αδειανή τη φωλιά. Κι έτσι αυτονόητα, έτσι «εύκολα» εσύ ποτέ σου δεν ταξίδεψες τον κόσμο, ποτέ δεν μέτρησες τη δύναμή σου πάνω στα πράγματα, ποτέ δεν έγινες αυτό που θα’ θελες να γίνεις.

Και τώρα να ‘μαστε εδώ, στο κατώφλι των « -ηντα». Σε νιώθω που κρύβεις μες στα μάτια σου ένα δάκρυ κρυφό. Σε βλέπω που κάθε τόσο γυρνάς πίσω κι ατενίζεις με τρόμο όλα εκείνα τα χρόνια που ‘φύγαν πάνω από σένα, χωρίς εσένα. Πόσο ακριβά σου κόστισε τόση αυταπάρνηση;  

" Έχασα τη ζωή μου….," μου λες και κι η ψυχή σου βυθίζεται στο βούρκο του τίποτα.    
Το ποτήρι της ζωής όμως, να ξέρεις, μπορείς να το δεις κι απ’ τις δύο του πλευρές : Μπορείς βέβαια να το δεις μισοάδειο… Μπορείς όμως να το δεις και μισογεμάτο!

"Το “ μισο -γεμάτο”, εσύ πού το βλέπεις; Χρόνια, ζωντάνια, σφρίγος, έχουν όλα χαθεί! ", θα μου αντειπείς, και το ξέρω καλά.

Η απάντησή μου μπορεί να σε αιφνιδιάσει, όταν όμως θα κάτσεις να την καλοσκεφτείς θα δεις πως είναι πέρα για πέρα αληθινή :Δεν έχεις το παλιό σφρίγος, αλλά έχεις όμως τη δύναμη που σου δίνει η πείρα της ζωής. Κι έχεις επιπλέον, την τόλμη που σου χαρίζει το δικό σου, προσωπικό ανεκπλήρωτο. Που κι αυτή γίνεται καύσιμο, και σε σπρώχνει μπροστά. Δεν βρίσκεις πια την παλιά σου ζωντάνια. Όμως το κουπί μιας ζωής σ’ έχει διδάξει πια πώς να επιστρατεύεις όσες δυνάμεις κάθε φορά σου απομένουν. Γιατί τώρα ξέρεις πιο πολύ τι θα ‘θελες να ‘χες κάνει, και τι λαχταράς ακόμα κρυφά. Κι η γνώση αυτή σου δίνει το όραμα, την εστίαση, αλλά και τη λαχτάρα να προλάβεις.

"Μα τι μου λες τώρα; Δεν έχω πλέον μπροστά μου τα πιο δημιουργικά μου χρόνια…. " Θα ‘ρθεις τώρα και θα μου πεις.

Όμως, ούτε κι εδώ τα πράγματα είναι έτσι στις μέρες που ζούμε, όπου ο χρόνος της υγιούς ζωής έχει πάρει παράταση, τα γηρατειά αναστολή.  Η πραγματική ζωή έχει λοιπόν κι αυτή μετατεθεί : Ξεκινά πλέον από κει που αρχίζει η ωριμότητα. Και τότε φίλη μου καλή, είναι που μπορείς να κάνεις όσα κατέληξες πως επιθυμείς, τότε είναι και που ξέρεις πού θ’ αναζητήσεις τους τρόπους για να τα κάνεις δικά σου : Η παλιά λαχτάρα να εκπληρώσεις τ’ απωθημένο σου όνειρο, κι ο χρόνος που διαθέτεις πια ελεύθερη απ’ τα παιδιά, μπορούν να γίνουν τώρα σύμμαχοι κι όχι εχθροί. Μια δεύτερη ζωή μπορούν να σου δώσουν αυτά τα χρόνια τα ώριμα που έρχονται, ζωή καλύτερη και πλουσιότερη σε ποιότητα και σε ουσία. 

Πιάσε λοιπόν το ποτήρι το μισογεμάτο και ρίξε μέσα του κόκκινο κρασί, απόσταγμα ζυμωμένο απ’ τη λαχτάρα σου για όσα πράγματα ακόμη δεν έκανες. Φτάσε το μέχρι απάνω, γέμισέ το -και μια φορά! -- με φροντίδα για τον εαυτό σου. Χωρίς τύψεις και χωρίς ενοχές: «Οι εκλεκτοί» αγαπήθηκαν, υπηρετήθηκαν, πήραν πολλά κι ακόμα τίποτα δεν έδωσαν.  Ύστερα, πιες  μια γερή γουλιά στην υγειά των σαράντα έξη σου χρόνων, στην υγειά αυτής της Δεύτερης Ζωής που σου χαρίζεται απ’ το πουθενά.  Σου το χρωστάς !

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου