Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Η Mαζώχτρα



                                                   

                                               Αφιερωμένο σ’ όλους εμάς
                                               που ξοδεύουμε τη ζωή μας σε σκοπούς που είναι άσκοποι



Μαγιάτικη βροχούλα ξεπροβάλλει ντροπαλά μέσα απ’ τα σύννεφα, μπιμπιλώνει ταχτικά την άσφαλτο, τους λάκκους και τα ρείθρα. Η αποβάθρα του σταθμού γιομάτη κόσμο που σκοτώνει μιάν ώρα μαζί με τους φόβους του. 

Μπροστά μου ο μόχθος είναι εκείνη, που σκύβει  την πλάτη πάνω από κατουρημένες γωνιές, να συγκεντρώσει χίλια κι  ένα ανθρώπινα αποκαΐδια. Που συλλέγει ευλαβικά πατημένες γόπες, τσαλακωμένα χαρτάκια αγωνίας και σύριγγες της  χρήσης.

« Καρέκλες θα ρίξει….» Λέει δίπλα μου μια φωνή. Πέρα στο φόντο, όμοιες με μανιτάρια ανοίγουν δυό ομπρέλες. Τριγύρω βλέπω ώμους που ανασηκώνονται, να προστατέψουν  κάποιον σβέρκο μην τον φάει  η βροχή. 

Φυσούνι αντάρτικο χυμάει τώρα πάνω στους κόπους της,  και τα  χαρτάκια, άσπρα, ασημιά και ροζ τρεχουλίζουν πάλι πάνω στα πλακόστρωτα. Στροβιλίζονται ανάστατα μπροστά στις μπούκες του σταθμού.  Παραμονεύουν πίσω απ’ τις γωνιές κι ορμούν καταπάνω της, θαρρείς και της γελούν κατάμουτρα.

Θόλωσε ο ουρανός πάνω απ’ τις στέγες και κανοναρχάει. Χωθήκαν στο θαλάμι τους προσωρινά ταξιδιώτες, περαστικοί και σταθμαρχέοι. Τώρα μονάχα ακούς τη μπόρα πάνω στις τζαμαρίες σαν άγριο γαζί, κι απ’ τις μακρινές αρτηρίες της πόλης ακούς το συρτό μοιρολόι των φρένων. 

Πάνω στα βροχόνερα που κοχλάζουν, κατρακυλάνε τώρα τα σκουπίδια στον κατήφορο. Κι ετούτη, ταγμένη πάντα στο δικό της άσκοπο σκοπό, χώνει βαθειά τη σκούπα στο χείμαρρο, κι επίμονη, πειθήνια, σκουπίζει.

©  Δώρα Νικολαΐδου 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου