Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Αγαπητό μου Ημερολόγιο, πήρα τις εξετάσεις: Έχω Καρκίνο στο Στήθος…







Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου 2013.

Ψηφιακή μαστογραφία, συζητήσεις με το γιατρό, υπέρηχοι και πάλι, συζητήσεις με το γιατρό και στο τέλος βιοψία. Και τώρα που τα χαρτιά με τη φίρμα της κλινικής καραδοκούνε μέσα  απ’ το συρτάρι του κομοδίνου μου για να με καταστρέψουν, δεν θέλω κανένας να τα δει, κανείς ακόμα να το ξέρει. Μόνο εγώ.

Μόλις σήμερα το πρωί, δεν είναι δυό ώρες πριν, που στεκόμουν στο γκισέ της γραμματείας με τον άσπρο φάκελο στο χέρι μουδιασμένη. Από πάνω στον  αυχένα, μέχρι κάτω τη λεκάνη και τα πόδια, ένιωθα το σώμα μου στυφό σαν το ξύλο. Δεν το όριζα, ούτε κι αυτό όριζε πού έστεκε και πού πατούσε. Ξάφνου είδα την αίθουσα υποδοχής να γυρίζει γύρω μου σαν ανεμόμυλος και στήριξα τους αγκώνες μου επάνω στο γκρίζο μάρμαρο …., για να μην πέσω. Κοίταξα και πάλι τα χαρτιά που είχα ανοιγμένα μπροστά μου:  «Πόρισμα Ιστολογικής Εξέτασης». Διαβάζανε τα μάτια μου, όμως οι λέξεις δεν έβγαζαν νόημα.. «Βιοψία θετική». Τι θέλει να πει αυτό; Η τσιριχτή φωνούλα που ξεφύτρωσε από μέσα μου, εκείνη «η άλλη» που συχνά με ταλαιπωρεί με αλήθειες που δεν θέλω ν’ ακούω, μου ψιθύρισε σαρδόνια  
-   
      «Βιοψία θετική», φιλενάδα, σημαίνει Καρκίνος του μαστού. Καρκίνος στο στήθος δηλαδή, ακόμα δεν το έχεις καταλάβει; 
     Κι εγώ αντί γι’ απάντηση, της βάζω τις φωνές.  
-    Μπα που να σκάσεις ! Ένα κακόγουστο αστείο θα είναι, και τίποτ’ άλλο! Ή και, ναι ... μπορεί να κάνανε λάθος στο νοσοκομείο και να μου έδωσαν τ’ αποτελέσματα των εξετάσεων μιας άλλης!

Γιατί όχι; Πράγματι αυτό θα έχει συμβεί, πώς δεν το είχα σκεφτεί μέχρι τώρα; Να δεις που σίγουρα θα με πάρουν τηλέφωνο αύριο για να μου το επιβεβαιώσουν, μαζί με χίλιες συγνώμες για το τραγικό λάθος που έγινε εις βάρος μου. Ήδη βλέπω τον εαυτό μου μες στην τρελή χαρά,  να τους χαρίζω γενναιόδωρα τη συγνώμη μου χωρίς μνησικακίες κι ανταλλάγματα. Τι σημασία έχει ένα λάθος, αφού θα είμαι αλλά και θα νιώθω  πάλι ΥΓΙΗΣ;  Από αύριο μωρή, λέω σ’ εκείνην την σαρδόνια «άλλη» μέσα μου, θα μπορώ να προγραμματίζω τη ζωή μου όπως και χτες και προχτές, που δεν ήξερα τίποτα ακόμα.




Πέμπτη, 5 Δεκεμβρίου 2013

Από την κλινική δεν μου τηλεφώνησε κανείς. Εδώ και δυό μέρες, κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνο τρέχω ξέπνοη να το σηκώσω. Όμως κάθε λεπτό που περνάει από προχτές κι εδώ, φτάνω και πιο κοντά στην υποψία πως ό,τι μου ψιθύρισε από μέσα μου εκείνη «η άλλη» η κακιασμένη», θα πρέπει τελικά να είναι αληθινό.

Ο άσπρος φάκελος της κλινικής είναι ακόμα παραχωμένος βαθειά στο συρτάρι του κομοδίνου. Ακόμα όμως κι από κει όπου τον έχω φυλακίσει με καταδιώκει. Είναι σάμπως τα γράμματα, οι λέξεις, οι αριθμοί κι οι μετρήσεις του να δραπετεύουν απ’ το χαρτί και να με κυνηγούνε παντού μέσα στο σπίτι για να με πυρπολήσουν.«Βιοψία θετική για καρκινικά κύτταρα..»
-        
           Δεν το βλέπεις χριστιανή μου; Επαναλαμβάνει αυτή « η άλλη». Έχεις καρκίνο στο στήθος, και καλά θα κάνεις να το χωνέψεις!

Στέκομαι σκυφτή πάνω απ’ το νεροχύτη της κουζίνας και καθαρίζω χόρτα. Καθώς βυθίζω το χέρι μου βαθιά μες στο νερό που μουλιάζουν και τα ξεπλένω απ’ το χώμα, να’ σου και πάλι η ενόχληση από το πρόσφατο τσίμπημα για τη βιοψία. Ασυναίσθητα, με τα δάχτυλά μου ακόμα να στάζουν νερά, αγγίζω δισταχτικά το σημείο που « με τραβάει». Να ‘τη πάλι η κρυφή ελπίδα ότι δεν θα το βρω, ότι όλα αυτά ήταν ένα κακό όνειρο και τώρα που ξυπνάω θ’ ανακαλύψω ανακουφισμένη πως  είμαι ασφαλής και καλά. Κι όμως το πλήγμα είναι ακόμα εκεί, το ψηλαφώ. Για να μου θυμίσει ότι μόλις την παραπροηγούμενη βδομάδα είχα πάει στην κλινική για να πάρουνε δείγμα ιστού από κείνο το σκληρό γρομπαλάκι που είχα ψηλαφήσει στο αριστερό μου στήθος.
  
Πώς μπορεί κάποιος να πλημμυρίσει από τόσα πολλά και τόσο έντονα αισθήματα μέσα σε μια και μόνο μέρα; Η απελπισία ξεχύνεται από μια χαραμάδα της καρδιάς σ’ όλο μου το σώμα και το παραλύει. Το μυαλό μου όμως, τρέχει ανάποδα και σκέφτεται μανιασμένα: Ο γιατρός δίχως άλλο θα μου πει ότι ο όγκος θα πρέπει να αφαιρεθεί. Πότε θα γίνει αυτό και πώς; Πώς την τρέμω τη νάρκωση Θεέ μου!

Και πώς θα το πω στον άντρα μου το Γιάννη; «Θα δεις που τίποτα δεν θα ‘ναι, τα περισσότερα απ’ αυτά βγαίνουνε καλοήθη », μου’ χε πει εκείνο το πρωί που μπαίναμε στ’ αυτοκίνητο για να πάμε στην κλινική για τη βιοψία. Όχι βέβαια πως κι ετούτος το’ χε πει μοναχά για να μ’ ανακουφίσει, α μπα. Τον ξέρω εγώ απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη το Γιάννη, κοτζάμ άντρας δύο μέτρα που δεν μπορεί  να τ’  αντέξει το πώς θα μπει η ζωή του - η δικιά του η ζωή ντε! -- σε περιπέτειες … «Εγώ έχω το σπίτι στον αυτόματο πιλότο!», έλεγε πάντα στον κολλητό του το Σταμάτη κι εννοούσε εμένα, που τα είχα μέχρι σήμερα όλα κουρδισμένα, ρολόι. Τώρα;

Και τι θα πω Θεέ μου, στα παιδιά; Πώς θα τους το παρουσιάσω για να μη νιώσουνε πως πάει, ήδη την έχουν  χαμένη από τώρα τη μάνα τους; Όχι, δεν θα τους πω τίποτα προτού ν’ αποφασιστεί τι πορεία θα πάρουν τα πράγματα. Μόνη μου θα το περάσω κι αυτό, όπως πάντα.

Βγάζω την τάπα απ’ το νεροχύτη να φύγουν τα βρώμικα νερά, κι αφήνω τα χόρτα ν’ αποστραγγίξουν στο τρυπητό. Τα δάκρυά μου αλμυρά και καυτά, στάζουν επάνω στα βρεγμένα τους φύλλα. Θα τα φάνε αλατισμένα, σκέφτομαι.

Βάζω την κατσαρόλα πάνω στο μάτι, να βράσει το νερό. Κι εξάλλου, ποιος να με καταλάβει τελικά εμένα; Κανείς. Όλοι είναι στην καρακοσμάρα τους,  απορροφημένοι με τα μικροπροβληματάκια τους που τα τραβάνε απ’ όλες τις μεριές και τα κάνουν βουνό. Κι οι φιλενάδες, κι ο αντρούλης μου και τα παιδιά, όλοι σ’ εμέναν ερχόντουσαν μέχρι σήμερα για να πούνε το κοντό και το μακρύ τους. Κι εγώ ο βλάκας, που έπρεπε να τ’ ακούω όλα αμίλητη και να βρίσκω λύσεις; Πού το πας αυτό; Αχ, ώρες- ώρες θυμώνω τόσο πολύ, που κανένας απ’ όλους τους  δεν είναι τώρα εδώ για ν’ ακουμπήσω κι εγώ κάπου το κεφάλι μου και να κλάψω σαν μωρό, τώρα που θέλω- δε- θέλω καθαρίζω χόρτα και δακρύζω πάνω απ’ το νεροχύτη : Μην τολμώντας  να φανταστώ, μην θέλοντας να ξέρω τι με περιμένει.

Αύριο πρέπει να πάρω το γιατρό να συζητήσουμε πάλι για τα περαιτέρω των περαιτέρω. Θεέ μου, πώς παγώνω και φοβάμαι…




Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου, 2013

Εξακολουθώ να λέω πως πρόκειται για ένα τραγικό λάθος της κλινικής. Και το βροντοφωνάζω στον  εαυτό μου.

Σήμερα το πρωί, σηκώθηκα όπως σηκωνόμουν και κάθε μέρα τα τελευταία είκοσι χρόνια του γάμου μου. Γερή, δυνατή, έτοιμη να πιάσω τον ταύρο και μαζί τις χίλιες υποχρεώσεις μου, απ’ τα κέρατα. Μα, δεν μπορεί οι άνθρωποι να είναι άρρωστοι και να νιώθουν δυνατοί όπως τώρα νιώθω εγώ, έτσι δεν είναι; Γι’ αυτό και λέω πως άδικα κρύβω τον άσπρο φάκελο στο συρτάρι μου, μιαν άλλην αφορά.

Ωστόσο, πρέπει σήμερα να πάρω τηλέφωνο το γιατρό μου. Ας του διαβάσω τι γράφουν μέσα τέλος πάντων αυτοί οι ασυγχώρητοι που μπέρδεψαν τα πορίσματα των ιστολογικών, κι ας κανονίσει αυτός μαζί τους να βρουν τα σωστά αποτελέσματα. Τα δικά μου αποτελέσματα.


Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013, το βράδυ


Πώς μπορεί να έχει συμβεί αυτό σ’ ΕΜΕΝΑ;

Ο γιατρός ήταν κάθετος. Η ιστολογική εξέταση που έχω λάβει είναι η δικιά μου. Κανένα λάθος, κανένα μπέρδεμα δεν έχει γίνει στη γραμματεία. Κι εμένα μου φαίνεται ότι απ’ το Γενάρη του 2013  θα μου κάνει ποδαρικό η απελπισία…

Μέχρι τώρα κάτι τέτοια τραγικά - που και πάλι δεν μπορεί και δεν θέλει να τα χωρέσει το μυαλό μου -- συνέβαιναν στις κακόμοιρες γνωστές των γνωστών μου. Γυναίκες που ήξερα λίγο ή και καθόλου. Στεναχωριόμουν βέβαια,  όπως λυπάσαι για έναν συνάνθρωπο, αλλά μετά ερχόταν η δική μου η καθημερινότητα κι έσπρωχνε την έγνοια τους μακριά. Ο καθένας με τα προβλήματά του, έλεγα. Αλλά τώρα … σ’ εμένα; Τι το τόσο κακό έχω κάνει για ν’ αξίζω  μια τέτοια τύχη;

Τελικά όμως, μήπως πράγματι ΚΑΤΙ έχω κάνει και τ’ αξίζω αυτό που έπαθα; Κάτι που δεν το ξέρω, κάτι που δεν το έχω καταλάβει μέχρι και σήμερα που η αρρώστια μού χτυπάει την πόρτα, και γι’ αυτό τιμωρούμαι σκληρά απ’ το Θεό.  Ένα ύπουλο αίσθημα ενοχής έρχεται έρποντας σιγά – σιγά και στρογγυλοκάθεται μέσα μου. Πάλι μιλάμε μεταξύ μας εγώ κι ο Θεός : 

-     Τι έκανα, πες μου! Του φωνάζω μ’ όλη τη δύναμη που μου δίνει η απελπισία μου. Πες μου τι έκανα για να το διορθώσω και να γίνουνε πάλι όλα όπως πριν. Όπως ήταν προτού αρρωστήσω, προτού ν’ αξίζω την τιμωρία σου… 

Κι όμως, ούτε φωνή αυτός, ούτε ακρόαση. Κάθομαι μόνη στην κρεβατοκάμαρα, άκρη – άκρη στο διπλό κρεβάτι. Σάμπως η θέση μου τόσα χρόνια εκεί, δίπλα στον άντρα μου να ήταν δανεική, σαν να μην είναι πια δική μου. Κοιτάω τα κολλαρισμένα σεντόνια, τα σχέδια επάνω στην παπλωματοθήκη. Οι κλάρες και τα λέλουδα του ντεσέν μπλέκονται μεταξύ τους ανυποψίαστα. Μα εγώ φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ, για το τι κακό θα κρύβει για μένα αυτό το 2014 που θα ‘ρθει.

Γιατί σ’ ΕΜΕΝΑ Θεέ μου, μου λες; Εσύ, περισσότερο απ’ όλους μου χρωστάς μια εξήγηση !




Σάββατο, 16 Δεκεμβρίου 2013.

Αγαπημένο μου στήθος… Εκεί όπου ήσουν τώρα πιάνω ένα κενό, μια ανώμαλη κοιλότητα στο μέρος όπου μέχρι πριν λίγες μέρες φούσκωνες εσύ, το πρώτο καμάρι μου.
Πόσες αισθήσεις γνώρισα μαζί σου από έφηβη που ήμουν μέχρι που έγινα γυναίκα….. Πόσες αγάπες γνώρισες τότε που ήσουνα το φρέσκο φρούτο του έρωτα! Κι έπειτα, στα χρόνια της μητρότητας,  πόση απ’  τη λάγνα ομορφιά σου θυσίασες για χάρη των παιδιών μου! Μέστωσες όμως κι έγινες πηγή ζωής,  ζέστανες με το γάλα σου τα χείλη και την καρδιά τους.

Τ’ ομολογώ βέβαια πως από κείθε κι ύστερα δεν ήσουν πια το φρέσκο φρούτο του έρωτα. Δεν ήσουν πια το κέντρο της γυμνής μου θηλυκότητας. Όμως και πάλι ΣΕ ΕΙΧΑ, εγώ κι εσύ ήμασταν δεμένες κι αχώριστες. Άσε που όταν σ’ έντυνα μ’ ένα βαθύ ντεκολτέ κι ένα καλό σουτιέν, εσύ μπορούσες και πάλι να χαμογελάς υποσχετικά κάτω απ’ το αντρικό βλέμμα.

Αγαπημένο, αριστερό μου στήθος, πόσο μου λείπεις…. Τώρα που σου γράφω αυτές τις γραμμές, συνειδητοποιώ ξαφνικά πως ο παραλήπτης των φόβων και των ενοχών μου δεν είναι πια το παλιό μου φθαρμένο ημερολόγιο. Τώρα πια, ο παραλήπτης της αγωνίας και της νοσταλγίας μου είσαι πια εσύ,  το χαμένο μου αριστερό στήθος, εσύ που πριν μέρες μας χώρισαν τόσο ξαφνικά και άδικα.

Αγαπημένο μου στήθος, μερικές φορές μου είναι δύσκολο να θυμηθώ πως δεν είσαι πια εδώ. Χρειάζεται ν’ αγγίξω τη σάρκα που άφησες πίσω σου και να σε ξεσκεπάσω σε μια μοναχική μου, πολύ προσωπική στιγμή μπροστά στον καθρέφτη, για να σκεφτώ...
Πόσα πράγματα άλλαξαν από τότε που χωριστήκαμε και πόσα δεν θα γίνουν ποτέ όπως παλιά; Τώρα πια νομίζω πως μπορώ ν’ αναγνωρίσω το πρόσωπο της θλίψης, επειδή ήρθε πλέον σ’ απόσταση αναπνοής και μου χτύπησε βροντερά την πόρτα. Δεν κλαίω πια όπως στην αρχή, μόνο λυπάμαι. Θλίβομαι βαθιά και σε πενθώ σαν να ήσουν άνθρωπος δικός μου, φίλη και συνοδοιπόρος μου στα ωραία και στα άσχημα.
Αγαπημένο μου αριστερό στήθος, είσαι εκείνο που ακουμπούσε στο μέρος της καρδιάς. Σε φιλώ και δακρύζω συχνά γιατί δεν σ’ έχω πια και μου λείπεις, σε φιλώ όμως και δακρύζω συχνά γιατί έχοντας φύγει εσύ άφησες άθικτη τη ζωή που ακόμα δεν πρόλαβα να ζήσω κοντά σ’ αυτούς που πιο πολύ απ’ όλα αγάπησα …

 © Δώρα Νικολαΐδου 2014


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου